Σε λίγες ώρες ανακοινώνεται ο φετινός νικητής του Νόμπελ Λογοτεχνίας από τη Σουηδική Ακαδημία. Αν ερωτηθείς για το ποιος θα είναι αυτός, πιθανότατα η πλειοψηφία των Millennials και των Gen Z στην Ελλάδα δεν θα έχει ιδέα, ούτε καν για το τι αντιπροσωπεύει το βραβείο αυτό ή ακόμα και η ίδια η έννοια της Λογοτεχνίας. Πριν από μερικές δεκαετίες, οι άνθρωποι περίμεναν με αγωνία να ακούσουν από τους ραδιοφωνικούς δέκτες ποιος συγγραφέας είχε τιμηθεί, αλλά πλέον η έννοια έχει αλλοιωθεί.
Στον δημόσιο διάλογο, ο αντίκτυπος του Νόμπελ φαίνεται να έχει περιοριστεί. Για πολλούς, η κατάκτηση αυτού του βραβείου θα ήταν κάποτε η απόλυτη τιμή για έναν συγγραφέα, ο οποίος, κυριολεκτικά γονατισμένος πάνω από το γραφείο του, έγραφε με πάθος. Σήμερα όμως, αντί να έχουν στην κατοχή τους επαναστάτες συγγραφείς, βλέπουμε αγαπημένα ονόματα του Hollywood να έχουν γίνει η νέα εικόνα του συγγραφέα, μια κατάσταση που απομακρύνει την ουσία του λογοτεχνικού έργου.
Πραγματικά, πώς έχει επηρεαστεί η λογοτεχνία και η παρέμβαση του Νόμπελ στον πολιτισμό μας; Από τη μία υπάρχει η εμπορική αξία του βραβείου – γύρω από ένα εκατομμύριο ευρώ, που σίγουρα δεν είναι αμελητέο. Από την άλλη, το 2021 η Σουηδική Ακαδημία απονέμει το Νόμπελ στον Αμπντελραζάκ Γκουρνά και το περασμένο έτος στον Γιον Φόσε. Όταν οι νικητές είναι στο επίκεντρο, γίνεται συχνά ερώτηση – μήπως θα έπρεπε να διαβάσουμε τα έργα τους; Ωστόσο, το γενικότερο κοινό φαίνεται να είναι σιωπηλό για τις δημιουργίες τους.
Στο επίκεντρο της κουβέντας είναι η Έρση Σωτηροπούλου, μία από τις ελληνίδες συγγραφείς που βρίσκονται ψηλά στις προτιμήσεις στα γραφεία στοιχημάτων. Το γεγονός ότι το όνομά της συζητιέται ως υποψήφιο για το Νόμπελ αναδεικνύει τον παραλογισμό της “ποδοσφαιροποίησης” του βραβείου – είναι το Νόμπελ πλέον προϊόν στοιχήματος; Πόσοι άραγε από τους θεατές θα αναγνωρίσουν το έργο της ή θα το εκτιμήσουν πραγματικά;
Αλλά αν ανακύψουν οι ερωτήσεις για τη σημασία της λογοτεχνίας και του Νόμπελ σήμερα, η απουσία μεγάλων αναγνωστικών συνηθειών και βιβλιοθηκών γίνεται ολοένα πιο φανερή. Σε κοινωνίες που βρίσκονται διαρκώς σε κίνηση, η έννοια της αναγνωσιμότητας φαίνεται να έχει υποχωρήσει. Το ανάγνωσμα έχει παραχωρήσει τη θέση του στις οθόνες, με το κινητό να κυριαρχεί στην καθημερινότητα.
Ανατρέχοντας στην ιστορία, μπορούμε να βρούμε ονόματα όπως ο Κωστής Παλαμάς, ο οποίος δεν κέρδισε ποτέ το Νόμπελ, παρά τις 14 υποψηφιότητές του. Σήμερα, η λογοτεχνία παραμένει ένα ηθικό όχημα που χρησιμοποιούν λίγοι σε μια καταιγίδα επιφανειακής ενημέρωσης και ψυχαγωγίας.
Η τροπή που έχει πάρει η συζήτηση γύρω από το Νόμπελ Λογοτεχνίας αναδεικνύει ακριβώς αυτή τη ρήξη με το παρελθόν, σε μια εποχή όπου το κύρος του Νόμπελ δεν διασφαλίζει πια τη μελλοντική αναγνώριση. Μια ένδειξη του γεγονότος ότι τα παλιά μεγαλεία δεν εξασφαλίζουν πια τη θέση στον δημόσιο διάλογο.
Πηγή: ethnos.gr