Η Δίκη της Νυρεμβέργης αποτελεί μια από τις πιο σημαίνουσες δίκες του 20ου αιώνα, και έφερε στο προσκήνιο αρκετές ενδιαφέρουσες πτυχές της. Στις 1 Οκτωβρίου 1946, οι δικαστές ανακοίνωσαν την ετυμηγορία τους, με τους κατηγορουμένους να ακούν ανέκφραστοι τις ποινές τους για τα εγκλήματα που διέπραξαν.
Ένα από τα λιγότερο γνωστά στοιχεία είναι πως η έδρα του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου δεν ήταν στη Νυρεμβέργη αλλά στο Βερολίνο, παρόλο που οι Δυτικοί Σύμμαχοι επέμειναν στη Νυρεμβέργη λόγω των ιστορικών της συνδέσεων με το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα και της ύπαρξης κατάλληλων υποδομών. Στη Νυρεμβέργη, η πρώτη συνεδρίαση του δικαστηρίου πραγματοποιήθηκε στις 20 Νοεμβρίου 1945.
Μερικοί από τους κατηγορούμενους κατάφεραν να αποφύγουν την εκτέλεση. Ο Χέρμαν Γκέρινγκ αυτοκτόνησε πριν από την εκτέλεσή του, ενώ ο Μάρτιν Μπόρμαν κατηγορήθηκε ερήμην. Άλλοι, όπως ο Ρόμπερτ Λέι, απαγχονίστηκαν, ενώ οι κατηγορίες για τον Γκούσταβ Κρουπ αποσύρθηκαν.
Στο δικαστήριο, πολλοί κατηγορούμενοι φορούσαν γυαλιά ηλίου λόγω του έντονου φωτισμού της αίθουσας, γεγονός που οδήγησε σε πόνους στα μάτια. Μάλιστα, ο διοικητής της φυλακής των ΗΠΑ είχε αναφερθεί με μια θυμωμένη φράση ότι δεν θα επέτρεπε να δουν τον ήλιο ξανά.
Επίσης, ένα ατύχημα συνέβη κατά τη διάρκεια της δίκης όταν μια σοβιετική διερμηνέας, η Τατιάνα Στουπνίκοβα, αντίκρυσε τον Γκέρινγκ, που της ψιθύρισε μια συμβουλή. Στη συνέχεια, της είπαν ότι υπήρξε η τελευταία γυναίκα που τον αγκάλιασε.
Μια σημαντική κατάθεση ήρθε από τον στρατάρχη Πάουλους, ο οποίος αποκάλυψε πως οι προετοιμασίες για την επίθεση στην ΕΣΣΔ είχαν ξεκινήσει πολύ νωρίτερα από ότι οι Ναζί είχαν ισχυριστεί. Αυτές οι πληροφορίες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στις διαδικασίες της δίκης.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης, οι παρανοήσεις δεν έλειψαν, όπως εκείνη της εφημερίδας Stars and Stripes, που ανέφερε ψευδώς ότι ο σοβιετικός εισαγγελέας πυροβόλησε τον Γκέρινγκ σε έξαψη.
Το απόφθεγμα που κλείνει τη Δίκη της Νυρεμβέργης ενδυναμώνει την αρχή της δικαιοσύνης. Όπως είχε πει ο δικαστής Robert H. Jackson: «Η βαριά ευθύνη της δικαιοσύνης» αποδόθηκε. Ο Ευριπίδης είχε ήδη δηλώσει: «Έπαθες φρικτά, αλλά έκανες απαίσια».
Πηγή: ethnos.gr